- ἀντεπιμελοῦμαι
- ἀντεπιμελέομαιattendpres ind mp 1st sg (attic epic doric aeolic)ἀντεπιμελέομαιattendpres ind mp 1st sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αντεπιμελούμαι — ἀντεπιμελοῡμαι ( έομαι) και ἀντεπιμέλομαι (Α) επιμελούμαι, φροντίζω κι εγώ με τη σειρά μου, ανταποδίδω τη φροντίδα … Dictionary of Greek